Βία κατά των γυναικών στην εποχή του covid
Η βία κατά των γυναικών μπορεί να χαρακτηριστεί λεκτική, ψυχολογική, σωματική, σεξουαλική, κοινωνική υπό την έννοια του περιορισμού της κοινωνικής ζωής του θύματος και οικονομική, υπό την έννοια της στέρησης της οικονομικής ελευθερίας και ανεξαρτησίας.
Όλα αυτά έχουν γιγαντωθεί στην εποχή της πανδημίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Ισότητας οι κλήσεις για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας τον Απρίλιο έφθασαν τις 648. Οι κλήσεις αυτές σχεδόν τετραπλασιάστηκαν το μήνα της «καραντίνας» σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, το Μάρτιο, που καταγράφηκαν 166 κλήσεις για παρόμοια περιστατικά. Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι επτά στα δέκα περιστατικά βίας καταγγέλθηκαν από τα ίδια τα θύματα και τρία στα δέκα καταγγέλθηκαν από τρίτα πρόσωπα, όπως γονείς, παιδιά, αδέρφια, γείτονες και φίλοι.
Οι λόγοι αυτής της αύξησης είναι πολύ συγκεκριμένοι. Αρχικά, η πανδημία από μόνη της είναι μια κατάσταση κατά την οποία το άτομο δεν ελέγχει τη ζωή του. Ο θύτης όμως χρειάζεται να νοιώθει ότι ελέγχει την ημέρα του κι αυτή η αδυναμία μπορεί να τον κάνει να κινηθεί ενάντια στο θύμα του, προκειμένου να νοιώσει ότι ανακτά κάποιο έλεγχο. Προφανώς μια ήδη κακή σχέση, με προβλήματα και εντάσεις θα χειροτερεύσει. Εξάλλου, οι οικονομικές δυσκολίες είναι μια πηγή άγχους που οδηγεί σε περισσότερη κακοποίηση, ενώ η οικονομική κρίση δυσκολεύει τα θύματα σε περίπτωση που έχουν σχεδιάσει να φύγουν από μια κακοποιητική σχέση καθώς δε θα έχουν τους ανάλογους πόρους.
Επιπρόσθετα, η κοινωνική υποστήριξη από τους φίλους, συναδέλφους και την οικογένεια είναι απαραίτητη για τα άτομα που κακοποιούνται. Η τηλεργασία περιορίζει την κοινωνική συναναστροφή όταν για μερικούς, το εργασιακό περιβάλλον αποτελούσε μια ευκαιρία διαφυγής από τον ελεγκτικό σύντροφο. Και προφανώς η κοινωνική αποστασιοποίηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον βίαιο σύντροφο ως εργαλείο άσκησης ελέγχου εμποδίζοντας ευκαιρίες για υποστήριξη και διατήρηση πηγών ασφαλείας. Την ίδια στιγμή το θύμα δεν μπορεί να βρει καταφύγιο σε σπίτι φίλου ή συγγενή, ιδίως αυτοί που έχουν μεγάλης ηλικίας ανθρώπους ή παιδιά στο σπίτι, από φόβο μην εκθέσουν την οικογένειά τους στον ιό.
Για όλους αυτούς τους λόγους οι έννοιες ισότητα, ελευθερία, δικαιώματα μπορεί να αποτελούν νόμοι των κράτους αλλά συχνά μένουν απλώς άψυχες λέξεις στο χαρτί. Η βία κατά των γυναικών είναι μία από τις πιο επαίσχυντες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν κάνει διαχωρισμό μεταξύ συνόρων, πολιτισμών ή πλούτου. Όσο συνεχίζεται, δεν μπορούμε να ισχυριζόμαστε ότι κάνουμε ουσιαστική πρόοδο προς την ισότητα, την ανάπτυξη και την ειρήνη.
Είναι φανερό λοιπόν, ότι υπάρχει επιτακτική ανάγκη να ληφθούν μέτρα. Απαιτείται ενίσχυση των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων για την παροχή υπηρεσιών στήριξης προκειμένου να ανταποκριθούν επαρκώς στην τρέχουσα κατάσταση. Όλες οι κυβερνητικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της αστυνομίας, πρέπει να συλλέγουν δεδομένα τα οποία να αξιοποιούνται για τη λήψη μέτρων πρόληψης και καταπολέμησης της βίας κατά των γυναικών. Τα μέτρα πρέπει να προσαρμόζονται στις αυξημένες ανάγκες κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τώρα είναι η ώρα το κράτος να ευαισθητοποιήσει το κοινόμέσα από όλα τα διαθέσιμα κανάλια επικοινωνίας έντυπα, τηλεόραση, ψηφιακά κ.λπ. για να ενημερώσει τόσο για τον αυξημένο κίνδυνο της βίας κατά των γυναικών όσο και για τις υφιστάμενες υπηρεσίες στήριξης θυμάτων.
Οι γυναίκες πρέπει να νιώσουν ασφαλείς και να εξασφαλίσουν ένα γαλήνιο περιβάλλον, για τις ίδιες και τα παιδιά τους. Τίποτα δεν είναι εύκολο, τίποτα δεν είναι δεδομένο. Η πανδημία θα περάσει αλλά η ενδοοικογενειακή βία θα εξακολουθήσει, να βασανίζει τις επόμενες γενιές. Όλοι οφείλουμε να δράσουμε για ένα καλύτερο αύριο.
Αφροδίτη Πασχαλίδου
Φιλόλογος του
Αριστοτελείου Εκπαιδευτηρίου